Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΣΗΣ, Η ΣΦΑΓΗ ΣΤΗΝ ΠΙΑΤΣΑ ΦΟΝΤΑΝΑ ΚΑΙ Η ΔΟΛΟΦΟΝΙΑ ΤΟΥ ΑΝΑΡΧΙΚΟΥ ΤΖΟΥΖΕΠΕ ΠΙΝΕΛΙ

Giuseppe Pinelli Giuseppe «Pino» Pinelli (1928-1969): το 17ο θύμα της βόμβας στην πλατεία Φοντάνα

Του Πάολο Φίντζι

[Η 12η Δεκεμβρίου είναι η επέτειος από την έκρηξη βόμβας στην πλατεία Φοντάνα, που διοργανώθηκε από νέο-φασίστες σε συνεργασία με τις Ιταλικές μυστικές υπηρεσίες. Δεκαέξι άνθρωποι δολοφονήθηκαν. Το δέκατο έβδομο θύμα ήταν ο αναρχικός σιδηροδρομικόες, Τζιουζέπε Πινέλι, που κατηγορήθηκε και μετά δολοφονήθηκε από την αστυνομία. Ο θάνατός του – και η διένεξη και οι δίκες που ακολούθησαν – αποκάλυψαν τη στρατηγική της έντασης: ο Πινέλι ήταν αθώος, η Πιάτσα Φοντάνα ήταν ένα μακελειό που έγινε από το κράτος]

Giuseppe Pinelli 3.jpgΓεννήθηκε στο Μιλάνο στις 21 Οκτωβρίου 1928 από τον Αλφρέντο Πινέλι και τη Ρόζα Μαλακάρνε. Τα πρώτα χρόνια της ζωής του τα πέρασε στο πατρικό προάστιο της πόλης Πόρτα Τιτσινέζε. Αφού τελείωσε το δημοτικό σχολείο έπρεπε ν’ αρχίσει να δουλεύει, αρχικά σα σερβιτόρος και μετά σαν αποθηκάριος. Συνέχισε να διαβάζει: αυτή ήταν μια αγαπημένη του συνήθεια.

Το 1944 όταν ήταν 16 ετών πήρε μέρος στην αντιφασιστική αντίσταση σαν αγγελιοφόρος της Ταξιαρχίας «Φράνκο», δουλεύοντας με μια ομάδα αναρχικών παρτιζάνων. Ήταν η πρώτη του επαφή με την ελευθεριακή σκέψη. Το 1954 έπιασε δουλειά στους σιδηρόδρομους.

Το 1955 παντρεύτηκε τη Λίτσια Ρονιόνι που τη γνώρισε ένα βράδυ σε μάθημα Εσπεράντο∙ σύντομα απέκτησαν δύο κόρες, τη Σίλβια και την Κλαούντια. Στις αρχές της δεκαετίας του ’60 μια αναρχική νεολαιΐστικη ομάδα σχηματίστηκε στο Μιλάνο (η Gioventu Libertaria) με λίγο παραπάνω από είκοσι μέλη, ανάμεσα στους οποίους ο Αμεντέο Μπερτόλι, που το 1962 βρέθηκε στα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων, σαν μέλος της ομάδας που απήγαγε τον Ισπανό υπο-πρόξενο στο Μιλάνο με σκοπό να πιέσει (και να πετύχει τελικά) τη μετατροπή της θανατικής ποινής ενός αναρχικού σε ποινή κάθειρξης στην Ισπανία του Φράνκο. Ο Πινέλι – σκέτο «Πίνο» για τους φίλους και συναδέλφους του – στα 35 του ήταν ο μεγαλύτερος σε ηλικία στην ομάδα, αλλά αυτό δεν ήταν πρόβλημα: η εξωστρεφής και πρόσχαρη προσωπικότητά του τον έκανε «καλή παρέα». Και όταν το 1965, μετά από 10 χρόνια χωρίς χώρο, άνοιξε ένα στην οδό Μουρίλο, ο Πίνο ήταν ανάμεσα στους ιδρυτές του «Κύκλου Σάκκο και Βαντσέτι». Σ’ αυτό το χώρο δημιουργήθηκε μια συσπείρωση αναρχικών απ’ όλη την Ευρώπη το 1965.

Μετά την έξωση, αναρχικοί του Μιλάνο μετακόμισαν και στις 1 Μαΐου του 1968 άνοιξε ο Αναρχικός Όμιλος «Πόντε ντελα Γκισόλφα» στην Πιατζάλε Λουγκάνο στις παρυφές του εργατικού προαστίου Λα Μποβίζα. Πήρε το όνομά του από την πρώην γέφυρα, οι κολόνες της οποίας φαίνονται από το σταθμό Πόρτα Γκαριμπάλντι, όπου δούλευε ο Πινέλι.

Το 1968 το ρεύμα της αμφισβήτησης από το Παρίσι έφτασε και στο Μιλάνο. Ο Πινέλι ήταν ενεργός σε πολλά μέτωπα: σαν αναρχικός, ήταν ένας απ’ αυτούς που κρατούσαν τον όμιλο ζωντανό, οργανώνοντας πολύβουες βραδινές διαλέξεις και επεξεργασία βιβλίων. Έχοντας το πλεονέκτημα του ότι μπορούσε να ταξιδεύει ελεύθερα (σα σιδηροδρομικός), είχε άμεση επαφή με «έξω» συντρόφους, όπως ο Λουτσιάνο Φαρινέλι στην Ανκόνα, ο Αουρέλιο Τσέζα στην Πιστόγια και ο Ουμπέρτο Μαρζότσι στη Σαβόνα.

Ήταν επίσης σε συχνή επαφή με τον Αλφόνσο Φαΐγια στη Μαρίνα ντι Καράρα, όπου έκανε και διακοπές με την οικογένειά του. Σαν εργάτης ο Πινέλι ασχολούνταν επίσης με ζητήματα συνδικαλιστικά, βοηθώντας να αναβιώσει το USI, παράρτημα που άνοιξε στις εγκαταστάσεις του ομίλου. Και το συνδικάτο βάσης CUB των μεταφορών διάλεξε τον όμιλο σα βάση του, φεύγοντας μόνο μετά τη βομβιστική επίθεση της 12ης Δεκεμβρίου 1969: αυτή η κίνηση επισπεύφθηκε από την καταστολή των αναρχικών.

Οι αναρχικοί κύκλοι στο Μιλάνο ήταν σε αναβρασμό, ελευθεριακές ομάδες ξεπηδούσαν σε πολλά σχολεία και στα εργοστάσια υπήρχαν αναρχικοί εργάτες και συχνό πρωινό μοίρασμα φυλαδίων.

Βιβλία, μπροσούρες, εκδίδονταν και κάποιες παλιές εφημερίδες αναβίωσαν. Οι αναρχικοί του Μιλάνο ένιωθαν την ανάγκη να ανοίξουν και δεύτερο όμιλο, αυτή τη φορά στη νότια πλευρά της πόλης. Ανάμεσα σ’ αυτούς που αφοσιώθηκαν στην προετοιμασία και το άνοιγκα του Ομίλου της Βία Σκαλντασόλε (στο προάστιο Τιτσινέζε) ήταν ο Πινέλι. Στις 25 Απριλίου 1969 δύο βόμβες έσκασαν στον Κεντρικό Σταθμό και σε μια Έκθεση. Οι έρευνες στράφηκαν προς τους ελευθεριακούς κύκλους και ένας αριθμός αναρχικών συνελήφθησαν1: αυτή ήταν η εκκίνηση μιας καμπάνιας ποινικοποίησης που πήρε περαιτέρω ώθηση τον Αύγουστο όταν κάποιες εκρήξεις σε τρένα χρεώθηκαν επίσης σε αναρχικούς. Υπήρχε επίσης μια φήμη ότι ο Πινέλι, αναρχικός εργάτης σιδηροδρόμων, μπορεί να εμπλέκεται. Ο Πινέλι και η ομάδα του «Μαύρη Σημαία» (Bandiera Nera) καταδίκασαν αυτή τη μαύρη προπαγάνδα, ανασκουμπώθηκαν και δημιούργησαν – με το πρότυπο του Βρετανικού «Μαύρου Σταυρού» της εποχής και του Ρωσικού Μαύρου Σταυρού της δεκαετίας του ’20 – τον Αναρχικό Μαύρο Σταυρό, αφοσιωμένο ειδικά στη συμπαγή αλληλεγγύη σε φυλακισμένους συντρόφους, αλλά και στην έκδοση ενός δελτίου αντι-πληροφόρησης.

Ο Πινέλι ήταν αναρχικός υψηλού προφίλ στο Μιλάνο και συχνά καλούνταν στο αρχηγείο της αστυνομίας με αφορμή αιτήσεις για άδειες, συναντήσεις κτλ. Το άτομο που ασχολούνταν μαζί του πιο συχνά ήταν ένας νέος επιθεωρητής της αστυνομίας, συζητήσιμος με τον τρόπο του, κομψός και φιλικός: ο Λουίτζι Καλαμπρέζι2. Έτσι, όταν το απόγευμα στις 12 Δεκεμβρίου 19693, αμέσως μετά τη φρικιαστική έκρηξη βόμβας στην Πιάτσα Φοντάνα, ο Καλαμπρέζι έφτασε στον Όμιλο της Βία Σκαλντασόλε και ζήτησε από τον Πινέλι να έρθει στο τμήμα, ο Πινέλι συμφώνησε αμέσως, ανέβηκε στο μηχανάκι του και ακολούθησε το αμάξι του αστυνόμου. Στο αρχηγείο, ο Πινέλι συνάντησε πολλούς αναρχικούς του Μιλάνο σε ένα μεγάλο δωμάτιο. Όπως κι αυτός, είχαν κληθεί για ανάκριση για τα άλλοθί τους. Μέσα σε 48 ώρες, που ήταν και ο μέγιστος χρόνος κράτησης σε τμήμα για την εποχή, αυτοί που συνελήφθησαν αφέθηκαν και λίγοι μεταφέρθηκαν στις φυλακές Σαν Βιτόρε. Ο Πινέλι κρατήθηκε στο αρχηγείο περισσότερο απ’ ότι επέτρεπε ο νόμος. Ανακρίνονταν. Τότε, γύρω στα μεσάνυχτα της 15-16 Δεκεμβρίου το σώμα του «πέταξε» από ένα δωμάτιο που ανήκε στο Πολιτικό Γραφείο του τέταρτου ορόφου και έπεσε στο έδαφος. Οι αρχικές αντικρουόμενες εκδοχές της αστυνομικής ιστορίας έλεγαν ότι η αλήθεια δεν ήταν η επίσημη εκδοχή περί «αυτοκτονίας». Ο Πινέλι πέθανε στο νοσοκομείο Φαντεμπενεφρατέλι τη νύχτα της 15ης προς 16ης Δεκεμβρίου 1969.

Το πολιτικό-νομικό σκηνικό που ακολούθησε το φόνο του, μπλέχτηκε με όλη την ιστορία της σφαγής της Πιάτσα Φοντάνα, ειδικά με την «υπόθεση Βαλπρέντα», που με τα χρόνια γύρισε εναντίον αυτών που ήταν στην εξουσία. Άγαρμπες προσπάθειες να επιβληθεί σιωπή, με αποκορύφωμα την θέση περί «ενεργής θλίψης» που προέταξε ο δικαστής Γκεράρντο Ντ’ Αμπρόζιο, απλά τόνισαν μια αλήθεια που δεν έχει βρει ακόμα την ολοκλήρωσή της στα επίσημα αρχεία. Δεκάδες βιβλία, ταινίες, θεατρικά έργα, τραγούδια αφιερώθηκαν στον Πινέλι και τη δολοφονία του και όχι μόνο στην Ιταλία. Αναφέρουμε εδώ μόνο δύο: τον «Τυχαίο Θάνατο ενός Αναρχικού» του νομπελίστα Ντάριο Φο και τον πίνακα «Η Κηδεία του Αναρχικού Πινέλι» του Ενρίκο Μπάι.

μετάφραση από: https://libcom.org/article/giuseppe-pino-pinelli-1928-1969-17th-victim-piazza-fontana-bombing

 

 

Η ΣΤΡΑΤΗΓΙΚΗ ΤΗΣ ΕΝΤΑΣΗΣ ΣΤΗΝ ΙΤΑΛΙΑ

August 2 1980 Bologna Central Station attackΠληροφορίες για την πολιτική «Στρατηγικής Εντάσεως» του ιταλικού κράτους στην οποία εφάρμοσε τρομοκρατικές επιθέσεις εναντίον του λαού της για να κατηγορήσει την αριστερά και τους αναρχικούς. Αντιμέτωποι με μια τεράστια ανάπτυξη της εργατικής εξουσίας, με απεργίες, καταλήψεις, αυτομείωση της τιμές και μαζικές καταλήψεις οι υπηρεσίες πληροφοριών άρχισαν να πραγματοποιούν τρομοκρατικές ενέργειες με την βοήθεια φασιστικών ομάδων. Οι αναρχικοί και η αριστερά κατηγορήθηκαν και οι αγωνιστές της εργατικής τάξης συνελήφθησαν. Η χειρότερη τέτοια επίθεση ήταν και η χειρότερη τρομοκρατική επίθεση στην Ευρώπη τον 20ο αιώνα – η βομβιστική επίθεση στον σιδηροδρομικό σταθμό της Μπολόνια που σκότωσε 85 άτομα  «[Κάποιοι] φασίστες στην εν λόγω ομάδα τρομοκρατών εργάστηκαν για τους Carbinieri (οι Ιταλοί στρατιωτική αστυνομία), ότι άλλοι είχαν επαφή με το στρατό ή την αστυνομία και που έλαβαν πολύτιμες και έγκαιρες πληροφορίες για την πρόοδο της έρευνας για τις δραστηριότητές τους”(1) – Από την έκθεση εξεταστικής επιτροπής του ιταλικού κοινοβουλίου. «Οι εργατικοί αγώνες του 1968-69, το καυτό φθινόπωρο της Ιταλίας, χάραξαν βαθιά την οικονομική δομή της χώρας και τροποποίησαν την ισορροπία δυνάμεων. Μετά από αυτούς τους αγώνες η Αριστερά ήταν πιο δυνατή και η εξουσία πιο αδύναμη. . . .αντικειμενικά. Η ζημιά που προκάλεσαν οι εργαζόμενοι  και η ανυπακοή ήταν πράγματι πολύ σοβαρή» «Ακόμη και πριν από το ’69 αναπτύχθηκαν πολλοί αγωνιστικοί και αυτόνομοι αγώνες, ιδιαίτερα η Pirelli στο Μιλάνο, ούτε ελέγχεται από τις Ενώσεις σε επίπεδο οργάνωσης, ούτε κυριαρχείται από αυτές σε το επίπεδο του περιεχομένου των αιτημάτων. Απτές αυξήσεις μισθών, συν λιγότερη εργασία ήταν και τα δύο κύρια θέματα εκείνης της περιόδου. Η συμπεριφορά του προλεταριάτου συνοψίζεται στο σύνθημα της περιόδου: Καλύτεροι μισθοί, μικρότερο ωράριο!. «Ξέσπασαν βίαιες απεργίες στην Alfa Romeo και στη Fiat. Εξεγέρσεις έγιναν σε πολλές πόλεις, με τις πιο σοβαρές στο Ρέτζιο Καλάμπρια, όπου δεκάδες χιλιάδες άνθρωποι πολέμησαν ενάντια στα στρατεύματα» (2) «Η πολιτική βία της Δεξιάς εκδηλώθηκε πιο έντονα στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και στις αρχές δεκαετία του 1970. Αυτή ήταν μια περίοδος φοιτητικής και νεανικής κινητοποίησης, συμπεριλαμβανομένων νέων κοινωνικών κινημάτων, την απελευθέρωση των γυναικών και των ομοφυλόφιλων, με εκτεταμένες κοινωνικές αναταραχές και την μαχητικότητα των συνδικάτων στην Ιταλία. Αυτό συνοδεύτηκε από μια μαζική αύξηση της εκλογικής υποστήριξης προς τους κομμουνιστές – κορυφώθηκε στις πάνω από το ένα τρίτο των ψήφων στις εκλογές του 1976. Οι νεοφασιστικές τρομοκρατικές ομάδες αυτής της περιόδου ήταν μια αντίδραση ενάντια σε όλη αυτή τη δραστηριότητα της αριστεράς και επίσης ενάντια στην εμφάνιση της αριστερής πτέρυγας τρομοκρατικών ομάδων όπως οι Ερυθρές Ταξιαρχίες. Οι τρομοκράτες της δεξιάς… συχνά βάζανε βόμβες σε δημόσιους χώρους που σκότωσαν δεκάδες αθώους περαστικούς και περαστικούς. Όλα αυτά ήταν μέρος της λεγόμενης «στρατηγική της έντασης», μια εκστρατεία που έχει σχεδιαστεί για να οδηγήσει σε κατάρρευση του νόμου και της τάξης και συνακόλουθη κατάρρευση της εμπιστοσύνης του κοινού στη δημοκρατικά εκλεγμένη κυβέρνηση, επισπεύδοντας την ανάληψη από τον στρατό. Πράγματι στις δεκαετίες του 1960 και του 1970 υπήρξαν πολλά πραξικοπήματα προσπάθειες.” (3) Στις 12 Δεκεμβρίου 1969 άρχισαν οι βομβαρδισμοί, με μία βόμβα στο Μιλάνο και τρεις στη Ρώμη. Οι βόμβες στη Ρώμη άφησαν δεκαοκτώ τραυματίες, από τη βόμβα στο Μιλάνο σκοτώθηκαν δεκαεπτά και τραυματίστηκαν ογδόντα οκτώ. Η Αστυνομία μετά από πληροφορίες του S.I.D. (υπηρεσία πληροφοριών) συνέλαβε δύο αναρχικούς για τη βόμβα στο Μιλάνο, δολοφονώντας αργότερα έναν από αυτούς, τον Τζουζέπε Πινέλι, πετώντας τον  από το παράθυρο ενός αστυνομικού τμήματος και ισχυρίστηκαν ότι αυτοκτόνησε – μια πράξη που έγινε διάσημη από τον Ντάριο Φο ως ο τυχαίος θάνατος ενός αναρχικού. Παρά τις αυξανόμενες αποδείξεις ότι επρόκειτο για  βόμβα φασιστών, η επίσημη γραμμή του κόμματος για χρόνια αργότερα ηταν να κατηγορουνται οι αναρχικοί. Αργότερα η άποψη του κατεστημένου άλλαξε και η ιδέα ότι επρόκειτο για κοινή επιχείρηση μεταξύ αναρχικών και κάποιων  φασιστών! Τελικά ένας αριθμός φασιστών δικάζεται, καταδικάζεται και φυλακίζεται αλλά άλλοι αθωώνονται, όπως και ο επιζών αναρχικός. Ένας από τους βομβιστές που αθωώθηκε για «έλλειψη αποδεικτικών στοιχείων» ήταν ο Guido Giannette ένας πληροφοριοδότης του S.I.D. . Όταν ο Giannette αναφέρθηκε ως ύποπτος, οι κρατικές μυστικές υπηρεσίες τον φυγάδευσαν έξω από την Ιταλία και συνέχισαν  να πληρώνουν  τους μισθούς του ακόμα και μετά που είχε εκδοθεί το ένταλμα σύλληψης. Σε δώδεκα χρόνια από το 1969 έως το 1980 σημειώθηκαν 4.298 τρομοκρατικά περιστατικά. Από αυτά ευθύνονταν οι φασίστες για το 68%, καθώς και για τους περισσότερους θανάτους. Το βασικό μοτίβο που επαναλαμβάνεται ξανά και ξανά είναι όπως περιγράφεται παραπάνω, κατηγορείται η αριστερά, υπάρχει μεγάλος βαθμός συμπαιγνίας, οι πραγματικοί προβοκάτορες συνήθως ξεφεύγουν από το σκοτάδι ελεύθεροι και με μια κόλαση πολύ λιγότερο διεθνή πολιτική και προσοχή των μέσων ενημέρωσης από τις περίφημες Ερυθρές Ταξιαρχίες. Τον Σεπτέμβριο του 1974 ο επικεφαλής του S.I.D. (μυστική υπηρεσία) Vito Micelli ενεπλάκη σε μια απόπειρα φασιστικού πραξικοπήματος το 1970 – αφού μια μυστική αναφορά από το δικό του πρακτορείο έφτασε στο  γραφείο του πρωθυπουργού. Στη συνέχεια κάρφωσε τα χρώματά του στον ιστό και στάθηκε και κέρδισε ως M.S.I. (φασίστας) υποψήφιος βουλευτής. Όλο αυτό το διάστημα ο κρυφός νεοφασιστικός στρατός, η Gladio,  που δημιουργήθηκε στον απόηχο του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, κρυβόταν επίσης στο παρασκήνιο. Μέχρι το 1977 η S.I.D. είχε εμπλακεί  σε ενα  σκάνδαλο που αντικαταστάθηκε από μια «νέα» μυστική υπηρεσία – S.I.S.M.I. . Τότε ήρθε αυτό που ήταν εκείνη την εποχή η χειρότερη τρομοκρατική θηριωδία στην Ευρώπη ιστορία. Στις 2 Αυγούστου 1980 μια βόμβα εξερράγη στην αίθουσα αναμονής δεύτερης τάξης του Σιδηροδρομικού Σταθμούτης Μπολόνια. Ογδόντα πέντε άνθρωποι σκοτώθηκαν και περισσότεροι από διακόσιοι τραυματίστηκαν. Η Μπολόνια ήταν ένα εκλογικό προπύργιο του Κομμουνιστικού Κόμματος με ένα ισχυρό εργατικό κίνημα που είχε στοχοποιηθεί στο παρελθόν. Δέκα χρόνια αργότερα ένας αριθμός S.I.S.M.I. οι αξιωματικοί ήταν σε δίκη γι’ αυτή την θηριωδία περιλάμβαναν έναν Γενικό Γραμματέα, έναν Στρατηγό και έναν Συνταγματάρχη. Δικα τους οι καταδικαστικές αποφάσεις ακυρώθηκαν αργότερα. Όπως είδαμε, αυτά δεν ήταν σε καμία περίπτωση τα μόνα περιστατικά της ακροδεξιάς τρομοκρατίας και της κρατικής συμπαιγνίας μαζί της στην Ιταλία εκείνη την εποχή, για παράδειγμα επανειλημμένα το μυστικές υπηρεσίες δημιούργησαν ψευδή ίχνη αποδεικτικών στοιχείων που οδηγούσαν μακριά από τους δράστες των δεξιών βία. Θα μπορούσε κανείς να αναρωτηθεί τι το παρακίνησε και πράγματι τι παρακίνησε τον εικονικό ο ίδιος ο αδιάκριτος τρόμος, η όλη ιστορία θα είχε παραμείνει στη σφαίρα των εικασιών και θα μπορούσε να απορριφθεί ως εικασία αλλά για τύχη. Κατά τη διάρκεια των ερευνών για ένα τραπεζικό σκάνδαλο, η αστυνομία έκανε έρευνα στο σπίτι του Licio Gelli. Γκέλλι είχε πολεμήσει για την αναγεννημένη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Μουσολίνι στην Ισπανία, τη Γιουγκοσλαβία και την Αλβανία και όταν Ο ιταλικός φασισμός κατέρρευσε εντάχθηκε στο ναζιστικό S.S.. Μετά τον πόλεμο ο Τζέλι εργάστηκε στις «Ratlines» – το Βατικανό και η C.I.A. χορηγούσε οδούς διαφυγής για φυγάδες Ναζί. Αργότερα έδωσε τα όπλα Λατινικής Αμερικής και φέρεται να έγινε ο σύνδεσμος μεταξύ της C.I.A. και Χουάν Περόν ο Αργεντινός δικτάτορας. Ερευνώντας το σπίτι του, η αστυνομία βρήκε μια λίστα με πάνω από εξακόσια ονόματα και στοιχεία που τους συνδέουν με μια ομάδα Ελευθεροτέκτονων που ονομάζεται Propaganda-2 ή P-2. Τώρα Ο ελευθεροτεκτονισμός ή οποιαδήποτε άλλη μυστική εταιρεία με όρκο είναι παράνομη στην Καθολική Ιταλία, αλλά φυσικά Αυτό θα ήταν εντελώς ασήμαντο παρά μόνο για τη συμμετοχή στο P-2.

Το P-2 στρατολογημένος από την «ελίτ» της ιταλικής κοινωνίας. Συμπεριέλαβε στις τάξεις του εκατό και ενενήντα πέντε στρατιωτικοί, δύο εν ενεργεία υπουργοί, τρεις πρώην υπουργοί, ένας γραμματέας του κόμματος, δεκαέξι Δικηγόροι, τετρακόσιοι είκοσι δύο κρατικοί υπάλληλοι, τριάντα έξι Μ.Π. καθώς και Αρχηγοί Μυστικών Υπηρεσιών και διάφοροι τραπεζίτες και καπιταλιστές (4). Δικαστές που ερευνούν το Ο βομβαρδισμός της Μπολόνια διαπίστωσε ότι το P-2 κατεύθυνε μεγάλο μέρος της φασιστικής βίας και τις σχετικές συγκαλύψεις και παραμορφώσεις. Ο Gelli ήταν ο «σεβάσμιος κύριος» του P-2 (αυτός είναι ο ηγέτης για εμάς τους απλούς θνητούς) και Το 1986 δικάστηκε για τη συμμετοχή του στη βομβιστική επίθεση της Μπολόνια το 1980 και αθωώθηκε αλλά βρέθηκε ένοχος για ψευδορκία. Στις τέταρτη Αυγούστου 1974, ένας βομβαρδισμός τρένου κοντά στη Μπολόνια σκότωσε δώδεκα και τραυματίστηκε σαράντα οκτώ. Μια δικαστική απόφαση του 1983 για αυτήν την θηριωδία διαπίστωσε: “Κατά τη γνώμη των μερών που διεκδικούν αποζημίωση, τα κατηγορούμενα μέλη του “Ordine Nuovo” (New Order) εμπνεύστηκαν, οπλίστηκαν και χρηματοδοτήθηκαν για να πραγματοποιήσουν την επίθεση από τους Τεκτονικούς κίνημα, το οποίο εκμεταλλεύτηκε δεξιούς ανατρεπτικούς και τρομοκράτες, στο πλαίσιο της λεγόμενης «στρατηγικής της έντασης» σε μια προσπάθεια να σταματήσει τη σταδιακή μετατόπιση της χώρας προς τα αριστερά και θέτουν τη βάση για ένα μελλοντικό πραξικόπημα» (5) Αυτό ήταν το σχέδιο του P-2, μέσω του τρόμου στο στυλ του πράκτορα προβοκάτορα να προωθήσει έναν νόμο και να διατάξει την ατζέντα και να δώσει ένα πρόσχημα για την καταστολή της διαφωνίας και του αγώνα των εργαζομένων, εάν αναγκαίο ένα πραξικόπημα θα ήταν μέρος αυτού. Ωστόσο, δεδομένου ότι το P-2 αποτελούσε ένα «Κράτος εντός του Κράτους», ένα πραξικόπημα θα ήταν η έσχατη λύση και θα συνέβαινε εάν για παράδειγμα το Κομμουνιστικό Κόμμα εισήλθε σε κυβέρνηση συνασπισμού. Ένα τέτοιο πραξικόπημα θα είχε αναμφίβολα εμπλέκεται η Gladio, μια άλλη οργάνωση στις σκοτεινές σκιές του μυστικού κράτους της Ιταλίας που μοιράζεται το ίδια άκρα και μέσα με το P-2. Η Στρατηγική της Έντασης του ιταλικού κράτους δείχνει πώς οι ελίτ που μας κυβερνούν και κερδίζουν από αυτό Η εργασία μας δεν θα σταματήσει σε τίποτα για να διατηρήσει τη δύναμη και τον πλούτο τους, ακόμη και να καταφύγει στην τρομοκρατία εναντίον των δικών τους πληθυσμών σε ένα «δημοκρατικό» δυτικό κράτος. Οποιοσδήποτε λαός Θέλοντας έναν καλύτερο κόσμο σήμερα θα πρέπει να το προσέξετε και να είστε προετοιμασμένοι. Υστερόγραφο Τον Μάρτιο του 2001 ο στρατηγός Maletti, διοικητής του τμήματος αντικατασκοπείας της Ιταλίας στρατιωτικές πληροφορίες, που υποστήριξε σε μια δίκη διαφόρων φασιστών για μια από τις βομβιστικές επιθέσεις του 1969, ότι «Η C.I.A., ακολουθώντας τις οδηγίες της κυβέρνησής της, ήθελε να δημιουργήσει έναν Ιταλό εθνικισμός ικανός να σταματήσει αυτό που έβλεπε ως μια διολίσθηση προς τα αριστερά και, για τον σκοπό αυτό μπορεί έχουν κάνει χρήση της δεξιάς τρομοκρατίας. Πιστεύω ότι αυτό συνέβη και σε άλλες χώρες καλά.” (Αναφέρεται στον Guardian της 26ης Μαρτίου 2001) Επεξεργάστηκε από τον ιστότοπο Free Earth από το libcom Υποσημειώσεις 1. Παρατίθεται στο «The Darkside of Europe» από τον Geoffrey Harris, σελίδα 113. 2. ‘The Ripening of Time no.12: Italy Documents of Struggle’ σελίδα 11. 3. «Η φασιστική εμπειρία στην Ιταλία» του John Pollard σελίδα 132 4. συμπεριλαμβανομένου του Σίλβιο Μπερλουσκόνι, που αργότερα έγινε πρωθυπουργός της Ιταλίας. Ο Μπερλουσκόνι ήταν επικεφαλής του Ομάδα 17, το τμήμα μέσων ενημέρωσης του P2 με αποστολή να επηρεάσει την κοινή γνώμη και με τη βοήθεια του P-2 μετακόμισε στην τηλεοπτική επιχείρηση, οι εταιρείες του κυριαρχούν πλέον στα ιταλικά μέσα ενημέρωσης και έχουν έπαιξε καθοριστικό ρόλο στην εκλογική του επιτυχία σε έναν συνασπισμό με τη διάσπαση της «Εθνικής Συμμαχίας». από το παλιό φασιστικό κόμμα . Τα ΜΜΕ στην Ιταλία συνεχίζουν να συνδέουν τη σύγχρονη ριζοσπαστική αριστερά τις «ημέρες του μολύβδου», δηλαδή την τρομοκρατία της δεκαετίας του ’70.

μετάφραση από: https://libcom.org/article/1969-strategy-tension-italy

 

Αφήστε μια απάντηση

Η ηλ. διεύθυνση σας δεν δημοσιεύεται. Τα υποχρεωτικά πεδία σημειώνονται με *